Η Βασιλική έχει βγάλει κρυφά τον Μανούσο φωτογραφία με το κινητό της και μέσω σκάιπ επικοινωνεί με τη Μελίνα για να της δείξει τη φωτογραφία. Η Βασιλική είναι σίγουρη ότι αυτός είναι ο δολοφόνος, αλλά θέλει να το επιβεβαιώσει και η Μελίνα. Η Μελίνα της λέει ότι δεν είναι σίγουρη και κλαίει, αλλά η Βασιλική επιμένει προκαλώντας την οργή του Αχιλλέα, που της λέει για πρώτη φορά τόσο αυστηρά: «Βασιλική, θες να σκοτωθούμε, τι καταλαβαίνεις; Πας να της θυμίσεις εκείνη την εικόνα με το ζόρι;», ενώ αγκαλιάζει τη Μελίνα για να την ηρεμήσει, τη χαϊδεύει και της λέει: «Ελα αγάπη μου, σώπα μωρό μου, ηρέμησε, ηρέμησε».
Στο μεταξύ, η Βασιλική πηγαίνει στην αστυνομία και καταθέτει: «Η Κωνσταντίνα Ελευθερίου προσέλαβε στο καφενείο της έναν καινούριο υπάλληλο. Νομίζω ότι είναι το ίδιο αγόρι με το φτυάρι, ο δολοφόνος της κοπέλας που είδαμε με τη Μελίνα Αγγελιδάκη!». Στη συνέχεια το λέει σε όλους και ούτε λίγο ούτε πολύ τη βγάζουν τρελή, ενώ η αστυνομία συλλαμβάνει τον Μανούσο, οποίος όμως τους δίνει ακλόνητο άλλοθι και τον αφήνουν ελεύθερο.
Λίγο αργότερα η Βασιλική είναι μόνη στο σπίτι όταν ανακαλύπτει ένα σημείωμα κάτω από την πόρτα της που γράφει με μεγάλα γράμματα «ΘΑ ΠΕΘΑΝΕΙΣ»! Τρομοκρατημένη βάζει τα κλάματα και τηλεφωνεί στη Μελίνα, η οποία μόλις την ακούει παθαίνει σοκ.
Χωρίς δεύτερη σκέψη η Μελίνα θέλει να είναι κοντά στη Βασιλική και λέει στον Αχιλλέα: «Σε παρακαλώ Αχιλλέα, στο ζητάω σαν χάρη. Πρέπει να πάμε Κρήτη, θέλω να δω αυτόν τον άνθρωπο που δουλεύει στο καφενείο της Κωνσταντίνας από κοντά. Από τη φωτογραφία δεν μπορώ να καταλάβω. Σε παρακαλώ πάμε». Οταν όμως ο Αχιλλέας της απαντάει ότι δεν μπορεί γιατί έχει δουλειά, η Μελίνα επιμένει και του λέει ότι θα πάει μόνη της. Φυσικά, ο Αχιλλέας της το απαγορεύει αλλά μόλις αυτός φεύγει για δουλειά, η Μελίνα ετοιμάζεται να πετάξει με την πρώτη πτήση. Λίγο μετά το μαθαίνει ο Αχιλλέας και γίνεται έξαλλος: «Είσαι τρελή, Μελίνα; Αμα πας θα σκοτωθούμε! Πρόσεξε καλά!», της λέει, αφήνει τη δουλειά στη μέση και τρέχει να την προλάβει στο αεροδρόμιο για να πάει κι αυτός τελικά μαζί της. Ωστόσο δεν προλαβαίνει και της στέλνει μήνυμα: «Πετάς; Το ’πες και το ’κανες, έτσι; Φτάσε με το καλό και θα τα πούμε, έννοια σου».